ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

Η ευρύτερη περιοχή του Δήμου Ανδρίτσαινας αντιστοιχεί στην αρχαία Παρρασία, η οποία κατά τον Παυσανία οριοθετείτο από τις πόλεις Αλιφείρα, Γόρτυς, Θεισόα και Λυκόα και μαζί με την Κρητέα χώρα, όπου κατά την παράδοση γεννήθηκε ο Δίας, αποτελούν προγονικά εδάφη των αρχαίων Αρκαδοπελασγών.
Η Κρητέα χώρα ευρίσκετο μεταξύ των σημερινών χωριών Κωτίλιο (Δραγουμάνου) και Ανω Καρυών στους πρόποδες του Λυκαίου όρους τόπος ιερός για τους Αρκάδες αφού εκεί παρέλαβαν τον Δία από την Ρέα οι τρείς νύμφες Αγνώ (πηγή στους πρόποδες του Λυκαίου), Θεισόα (σημερινό Δ.Δ. του Δήμου Ανδρίτσαινας) και Νέδα (ποτάμι στα όρια Ηλείας - Μεσσηνίας).
Νοτιοδυτικά της Ανδρίτσαινας και σε απόσταση 14 χλμ. προς την Φιγαλεία βρίσκεται ο Ναός του Επικούριου Απόλλωνα, έργο του αρχιτέκτονα του Παρθενώνα των Αθηνών Ικτίνου (420 - 410 π.χ.).
Το όνομά της η Ανδρίτσαινα εικάζεται ότι το πήρε από την χήρα του Ανδρίκου [αποίκου από τα Μούρμουρα της Κρήτης (Π. Παπαδήμας, Παρνασσός 2, 1887, σελ. 89) ή Φαναρίτη κυνηγημένου (Χ. Κορρύλος, Εθνογ. Πελοποννήσου 1890, σελ. 95)] η οποία διαχειριζόταν πανδοχείο για τους ταξιδιώτες του άξονα Φανάρι - Καρύταινα.
Από το 900 μ.χ. η Ανδρίτσαινα ανήκε στους Δεσπότες του Μυστρά, ενώ το 1205 μ.χ. μετά την κατάληψη των κάστρων της Ζακούκας (Λινίσταινα - Φανάρι) και της Αγιαλένης (Θεισόα) από τους Φράγκους η ευρύτερη περιοχή περιήλθε σ΄ αυτούς μέχρι και το 1302 μ.χ. όταν οι κάτοικοι επαναστάτησαν και προς βοήθειά τους ήρθαν οι Παλαιολόγοι.
Την περίοδο 1427 - 1456 Διαφεντευτής της Ανδρίτσαινας ήταν ο επιφανής σοφός Γεώργιος Γεμιστός - Πλήθων.
Τους δύο επόμενους αιώνες η περιοχή ήταν μήλο της έριδος μεταξύ Φράγκων, Ενετών και Τούρκων και οι συνεχείς πόλεμοι μεταξύ τους επέφεραν πολλά δεινά στους κατοίκους, οι οποίοι σημειωτέον κατά την απογραφή των Ενετών το 1689 ήταν 338.
Το 1700 μ.χ. η πόλη της Ανδρίτσαινας είχε πλέον ανδρωθεί και αποτελούσε ένα ολοκληρωμένο οικιστικό σύνολο με καλοφτιαγμένες κατοικίες, εργαστήρια, βυρσοδεψεία, υφαντουργεία και σημαντική εμποροπανήγυρι με συμμετοχή χιλιάδων κόσμου από όλο το Μοριά.
Οι Ανδριτσάνοι της διασποράς βοήθησαν στην προετοιμασία της επανάστασης του 1821 με κάθε μέσο (οι Αντωνόπουλοι με την διαχείριση του ταμείου εράνων, οι Κανελλαίοι με μολύβι, ο Αναγνωστόπουλος ως πρωτοπόρος Φιλικός κ.λπ.)
Οι πατριώτες της ευρύτερης περιοχής της Ορεινής Ολυμπίας αγωνίστηκαν επίσης με κάθε μέσο για την απελευθέρωση της Ελλάδας από τον Τούρκικο ζυγό σε μεγάλο αριθμό μαχών του αγώνα, με αφετηρία την ιστορική μάχη των Στενών του Αγ. Αθανασίου όπου μαζί με Μανιάτες, Γορτύνιους και άλλους Ελληνες και αρχηγό τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη σημείωσαν περήφανη νίκη έναντι των Τούρκων Φαναριτών στις 27 του Μάρτη του 1821.
 

ΕΠΙΚΟΥΡΙΟΣ ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ

Ο Ναός του Επικούριου Απόλλωνος χτισμένος στα τέλη του 5ου π.χ. αιώνος (420-400) είναι έργο του αρχιτέκτονα του Παρθενώνα Ικτίνου και αφιερωμένος στον Θεό Απόλλωνα που ήρθε "Επίκουρος" σε αρρώστια επιδημική στην περιοχή της Φιγαλείας. "Επίκουρος" στον πόλεμο των Φιγαλέων εναντίον των Σπαρτιατών που είχαν καταλάβει την πόλη τους μετά το τέλος του Β' Μεσσηνιακού πολέμου (το 659 π.χ.) είχε έρθει πάλι ο Απόλλωνας και την συγκεκριμένη περίοδο χρονολογείται ο πρώτος αρχαϊκός Ναός όπου σχεδόν πάνω στα θεμέλιά του χτίστηκε ο Ναός των κλασσικών χρόνων.
Αρχιτεκτονικά Χαρακτηριστικά
Ο Ναός είναι περίπτερος, εξάστυλος, δωρικού ρυθμού. Ενα από τα πολλά ιδιόμορφα γνωρίσματά του είναι ότι στις μακρές πλευρές έχει 15 κίονες (και όχι 13, όπως θα περίμενε κανείς με βάση την κανονική για την εποχή αναλογία, που θέλει οι μακρές πλευρές να έχουν διπλάσιο αριθμό κιόνων από τις στενές συν έναν).
Εκτος από την δωρικού ρυθμού εξωτερική κιονοστοιχία συνυπάρχουν στην αρχιτεκτονική του ναού στοιχεία και των άλλων δύο ρυθμών, του ιωνικού και του κορινθιακού. Οι τρεις ρυθμοί της αρχαίας Ελληνικής αρχιτεκτονικής συνδυάστηκαν με τόσο αριστοτεχνικό τρόπο, ώστε ο Ναός του Επικούριου Απόλλωνος να θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους αρχαίους ναούς.
Δεσπόζων στοιχείο ιωνικού ρυθμού στο εσωτερικό του σηκού ήταν η παρουσία της μαρμάρινης ζωοφόρου, η οποία αναπτυσσόταν και στις τέσσερις πλευρές του (23 ανάγλυφες μαρμάρινες πλάκες, συνολικού μήκους 31 μ. περίπου, όπου απεικονίζονται δύο αγαπητά θέματα της Ελληνικής μυθολογίας, η Αμαζονομαχία και η Κενταυρομαχία).
Οι πλάκες αυτές βρέθηκαν στο δάπεδο του σηκού, κάτω από λιθοσωρό αρχιτεκτονικών μελών, κατά την ανασκαφή του 1812. Στη συνέχεια αγοράστηκαν σε δημοπρασία για λογαριασμό του άγγλου αντιβασιλέα και το 1815 μεταφέρθηκαν στο Βρετανικό Μουσείο όπου σήμερα εκτίθενται. Αντίγραφο της ζωοφόρου βρίσκεται στην Βιβλιοθήκη της Ανδρίτσαινας.
Πίσω από το σηκό, ο οποίος είναι πλήρης αρχιτεκτονικών στοιχείων, βρίσκεται το Αδυτο το οποίο χαρακτηρίζεται από την απόλυτη λιτότητα και το μόνο στοιχείο που του προσδίδει μια ιδιαίτερη ταυτότητα είναι η ύπαρξη θύρας στον ανατολικό τοίχο, η οποία, σύμφωνα με ορισμένους μελετητές του ναού, επέτρεπε το φώς της Ανατολής να φωτίζει το άγαλμα του Θεού Απόλλωνα.
Προσανατολισμός του Ναού
Χαρακτηριστικό γνώρισμα του κλασσικού ναού του Επικούριου Απόλλωνα αποτελεί ο προσανατολισμός του από Β. προς Ν. (σε αντίθεση με τους περισσότερους αρχαίους ναούς που είναι κτισμένοι από τα Α. προς τα Δ.). Αξιοπρόσεκτο είναι ότι τον ίδιο προσανατολισμό έχει και ο αρχαϊκός ναός του Απόλλωνα (7ος αι. π.χ.).
Αρχικά υποστηρίχθηκε ότι τον ιδιάζοντα αυτό προσανατολισμό του ναού επέβαλε η επιλογή της συγκεκριμένης θέσης.
Ισως, σύμφωνα με άλλη άποψη, να υποδηλώνει την πανάρχαιη λατρεία του Απόλλωνα ως "Υπερβόρειου", ως θεού δηλαδή που έρχεται κάθε άνοιξη στην Ελλάδα από τις "υπέρ τον Βορεάν" χώρες, ορίζοντας την περίοδο ανθοφορίας και καρποφορίας της γής.


ΑΡΧΑΙΑ ΠΑΡΡΑΣΙΑ - ΚΡΗΤΕΑ

Εδώ που ο κόσμος άλλαξε…. Το γέρμα του ήλιου έφτασε για τους παλαιούς θεούς, σωθήκανε οι μέρες του Χάους, της Γαίας, και του Κρόνου. Θεοί Τιτάνων και Ατλάντων, προστάτες τεράτων και θεριών, διαφέντευαν την οικουμένη. Μα η προφητεία ήθελε καινούργια πλάσματα να βασιλέψουνε στη γη, νέοι θεοί να ευλογήσουνε τη ζήση τους και κόσμος αλλιώτικος, να αρχίσει να ανατέλλει. Εδώ στο Λύκειο όρος, ψηλά στις αρχαίες Ολυμπία και Παρρασία πρωταντίκρυσε το λυκαυγές της νέας εποχής ο Δίας, εδώ γεννήθηκε ο πατέρας της νέας τάξης των θνητών μα και των αθανάτων. Με το ένα χέρι άδραξε τον κεραυνό, με το άλλο φυλλομέτρησε το άγραφο ακόμα κιτάπι των κατοπινών αιώνων, κι έτσι με μιας, ο κόσμος άλλαξε παντοτινά κι άρχισε να παντοκρατορεί, το γένος των ανθρώπων.


ΑΝΔΡΙΤΣΑΙΝΑ, Η ΑΡΧΟΝΤΙΣΣΑ ΤΗΣ ΠΕΤΡΑΣ

Πέτρινη πολιτεία χτισμένη αμφιθεατρικά σε υπέροχο αγνάντι, με ιστορία βαριά και ομορφάδα ατελείωτη, η Ανδρίτσαινα πρωτεύουσα του ομώνυμου δήμου, αποτελεί πολύτιμο πετράδι παραδοσιακής αρχιτεκτονικής και κέντρο πνευματικό. Αποτυπώματα άφησαν στο διάβα τους Λαγκαδινοί, Ηπειρώτες και Ιταλοί τεχνίτες, που μερακλίδικα και υπομονετικά σμιλέψανε την πέτρα, μαστορεύοντας υπέροχα καλντερίμια, αρχοντικά, γεφύρια, εκκλησιές και κρήνες. Κοσμοξάκουστη η «Τρανή Βρύση» μια από τις παλαιότερες της Πελοποννήσου, συντρόφισσα του τρισυπόστατου ναού του Αγ. Νικολάου στο κέντρο του οικισμού, ενώ πιο κάτω στη συνοικία Μουρμουρέϊκα βρίσκουμε τον ονομαστό Αγ. Θεράποντα και κάμποσα από τα παλαιότερα και επιβλητικότερα αρχοντόσπιτα. Πρόσφατο λιθαράκι στην συμφωνία της πέτρας, το πανέμορφο θεατράκι της. Φημισμένοι αγροτοκτηνοτρόφοι και γεωργοί οι ντόπιοι, παράγουν και πουλούν στην τοπική λαϊκή αγορά γνήσια γαλακτοκομικά προϊόντα, φρέσκα λαχανικά και φρούτα λαχταριστά. Φτιάχνουν με τα χέρια τους θαυμάσια παραδοσιακά γλυκά και νοστιμότατες χυλοπίτες, ενώ το φρεσκοζυμωμένο ψωμί, φουρνισμένο στα ξύλα, ευωδιάζει τον αέρα. Η Ανδρίτσαινα, ήταν ανέκαθεν στη καρδιά των γεγονότων, απόδειξη το παραδοσιακό τυπογραφείο της εφημερίδας «Νέος Ορίζων» που εκδίδεται ανελλιπώς από το 1926. Η ιστορικότητα της περιοχής, η συμβολή της στον Ιερό αγώνα και η αντρειοσύνη των τέκνων της, δεν αμφισβητείται. Αδικημένος από την νεώτερη Ελληνική Ιστορία μέχρι πρότινος, ο Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος, γνήσιο και άξιο τέκνο της Ανδρίτσαινας, αποδείχτηκε ότι μαζί με τον Τσακάλωφ και Σκουφά ήταν οι πραγματικοί τρεις πρώτοι ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας. Ο ανδριάντας του πρωτοφιλικού που κοσμεί τη πόλη, καθώς και η μονή της Παναγιάς της Ναφιλιώτισσας, μαρτυρούν πως ο τόπος λάτρεψε με πάθος τόσο τη λευτεριά όσο και τη Μεγαλόχαρη.


ΕΦΑΛΤΗΡΙΟ ΚΟΝΤΙΝΩΝ ΜΝΗΜΕΙΩΝ

Με αραξοβόλι την φιλόξενη Ανδρίτσαινα ο επισκέπτης μπορεί να αδράξει την ευκαιρία, για να αποδράσει σε κοντινούς αρχαιολογικούς προορισμούς, μνημεία αθάνατα της ανθρώπινης διάνοιας. Πρώτη στάση, ο Ναός του Επίκουρου Απόλλωνα μια ανάσα απ΄ το χωριό Δραγώγι, ενώ τα γύψινα αντίγραφα των αετωμάτων του, έργα του θαυμάσιου Αλκαμένη, μπορεί να θαυμάσει κανείς στην Νικολοπούλειο Βιβλιοθήκη Ανδρίτσαινας. Στα λείψανα της αρχαίας πόλης Φιγαλείας, από τις πλέον σημαντικές του «Αρκαδικού Κοινού», θαυμάζει κανείς απομεινάρια δημοσίων κτηρίων και τειχών, ενώ σπουδαίος θεωρείται και ο ναός της Αθηνάς, στη θέση Κουρδουμπούλι. Άλλη αρχαία πόλη της περιοχής η Αλιφείρα επίσης αρκαδική, χτισμένη το 3000 περίπου πΧ. Η πόλη λάτρεψε την θεά Αθηνά και της αφιέρωσε ναό περίλαμπρο, σπαράγματα του οποίου υπάρχουν ακόμη, ενώ την άφταστη ακμή της μαρτυρούν λείψανα ναού του Ασκληπιού και τα απομεινάρια των τειχών και της ακρόπολης. Βυζαντινό καμάρι η Μονή Σεπετού, χτισμένη το Μεσαίωνα σε βράχο πάνω από τον ποταμό Τρίτωνα, είναι κοσμοξάκουστη για την, δια χειρός Ευαγγελιστού Λουκά, θαυματουργή εικόνα της Παναγιάς της Σεπετιώτισσας. Χιλιόχρονη, ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής η Μονή της Ζούρτσας κοντά στη Φιγαλεία, ενώ σε κοντινή απόσταση στέκει ο ναός της Κοίμησης της Θεοτόκου της Παυλίτσας, με τις πολύτιμες τοιχογραφίες. Χτισμένος στα 1400, με πέτρα και πλίνθο, ο ναός των Παμμεγίστων Ταξιαρχών στην ομώνυμη κοινότητα επιβάλλεται με τη χάρη του, ενώ ο ναός του Αγίου Νικολάου στην Αλιφείρα του 17ου αιώνα εντυπωσιάζει, με την αρχιτεκτονική του.


ΚΟΙΤΕΣ ΠΑΝΑΡΧΑΙΕΣ, ΘΡΥΛΙΚΕΣ, ΟΝΕΙΡΕΜΕΝΕΣ

Η περιοχή Ανδρίτσαινας ξεδιψά, λούζεται και δροσίζεται από δυο πανέμορφα μυθικά ποτάμια που κρύβουν γωνιές παρθένας φύσης, τον Αλφειό και την Νέδα. Ζωοδόχος ποταμός από την αρχαιότητα ο Αλφειός, πότισε με τα νερά του πολιτισμούς αιώνιους και καθώς ξεδιπλώνεται η κοίτη του συναντάμε ομορφιές σπάνιες και αρχαιολογικά μνημεία αθάνατα, Ολυμπία, Αλιφείρα, Παρασσία... Σπάνια πανίδα και χλωρίδα απαντάται στις παρόχθιες περιοχές του μεγαλύτερου ποταμού της Πελ\σου που διασχίζει την Αρκαδική και την Ηλειακή γη και εκβάλει στο Ιόνιο. Χαρακτηριστικό των παρόχθιων τμημάτων του είναι η ποικιλία οικοτόπων, με διάφορους τύπους τοπικής χλωρίδας και βλάστησης που διακόπτονται από εκτεταμένες καλλιεργήσιμες εκτάσεις. Στα όρια της πλημμυρίδας και αμπώτιδας του Αλφειού, απαντώνται διάφορα είδη λασπωδών και αμμωδών υδρόφιλων, μεσογειακά αλίπεδα, φρύγανα, δάση με λευκή ιτιά και λευκή λεύκη, παρόχθια δάση ανατολικής πλατάνου και μεσογειακά πευκοδάση. Η Νέδα, το μοναδικό ποτάμι με θηλυκό όνομα στην Ελλάδα, πηγάζει από το όρος Λύκαιο της Μεσσηνίας της οποίας και αποτελεί το φυσικό σύνορο με την Ηλεία, διανύει διαδρομή 32 χιλιομέτρων, και εκβάλει λίγο έξω από την Κυπαρισσία. Το φαράγγι της Νέδας είναι μια περιοχή απεριορίστου φυσικού κάλλους. Περιέχει μοναδική υδροχαρή βλάστηση, καταρράκτες απαράμιλλης ομορφιάς, κατάφυτες πλαγιές με σπάνια μεσογειακά είδη αλλά και με ιδιαίτερα πλούσια πανίδα, αποτελούμενη από βίδρες, σπάνια ερπετά και είδη νυκτερίδων που φιλοξενούνται στο σπήλαιο του Στομίου και προσδίδουν μια ιδιαίτερη οικολογική αξία στη περιοχή.